Επιμέλεια: Europalso (p6)

Μ.Κ.

Εκπαιδευτικός, Ψυχολόγος, Ειδική Παιδαγωγός, Διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου – Εκπαιδευτική Κοινωνική Πολιτική

 

Αυτή τη στιγμή υπάρχουν στην Ελλάδα πάνω από 13 φορείς που διοργανώνουν εξετάσεις γλωσσομάθειας στην Αγγλική γλώσσα, καθιστώντας την επιλογή του καταλληλότερου φορέα όλο και πιο πολύπλοκη υπόθεση. Πολλοί γονείς και μαθητές δυσκολεύονται να πάρουν μια σωστή απόφαση ή παίρνουν τη λάθος απόφαση που οδηγεί το παιδί στην άδικη αποτυχία, επειδή τους θέτονται ψευδοδιλλήματα όπως το αν θα πρέπει να επιλεγούν οι δυσκολότερες ή οι ευκολότερες εξετάσεις. Λογικά, δεν υπάρχουν ευκολότερες ή δυσκολότερες εξετάσεις, αλλά οι καταλληλότερες για το συγκεκριμένο μαθητή. Με άλλα λόγια πρέπει να ψάχνουμε τις πιο σωστές. Σε αυτό το ζήτημα, τον πρώτο λόγο έχουν οι καθηγητές που γνωρίζουν τις δυνατότητες και αδυναμίες του μαθητή σε διάφορους τομείς τις γλώσσας όπως είναι τα προφορικά, η έκθεση, το λεξιλόγιο, η ακουστική, η γραμματική και η κατανόηση κειμένου. Επιπλέον οι καθηγητές γνωρίζουν τις εξετάσεις εκείνες που παρέχουν ειδικές συνθήκες σε μαθητές που έχουν μαθησιακές δυσκολίες και δυσκολεύονται ιδιαίτερα σε κάποιο από τους προαναφερθέντες τομείς.

Στο γενικότερο λοιπόν ερώτημα για το ποιες είναι οι καταλληλότερες εξετάσεις γλωσσομάθειας υπάρχει συγκεκριμένη απάντηση. Είναι όλες οι αναγνωρισμένες και αξιόπιστες εξετάσεις που δίνουν την ευκαιρία σε κάθε παιδί να αξιοποιήσει τις δυνατότητές του και να αποδείξει τις πραγματικές του γνώσεις.

Οπότε οι εξετάσεις πρέπει να είναι αρχικά αναγνωρισμένες. Να υπάρχουν δηλαδή στη λίστα του ΑΣΕΠ μεταξύ των εξετάσεων που αναγνωρίζονται επίσημα. Έπειτα, πρέπει να είναι αξιόπιστες. Να εξετάζουν δηλαδή ακριβώς αυτό που υποτίθεται ότι εξετάζουν. Τη γνώση της γλώσσας και όχι παράλληλα και άλλες δεξιότητες όπως είναι για παράδειγμα οι αναλυτική σκέψη ή ταχύτητα ανταπόκρισης. Τέλος, πρέπει να είναι φιλικές προς τον υποψήφιο, όχι με τη έννοια της ευκολίας, αλλά με την έννοια της αξιοποίησης όλων των δυνατοτήτων και γνωστικών αποθεμάτων του κάθε υποψηφίου ανάλογα με την ηλικία του, τις ιδιαίτερες γνωστικές του ικανότητες ή τις μαθησιακές του διαφορές.

Σε αυτό το σημείο είναι σημαντικό να αναφερθούμε στα παιδιά με μαθησιακές διαφορές ή μαθησιακές δυσκολίες, σύμφωνα με τον όρο που έχει επικρατήσει. Οι εξετάσεις ESB εκτός του ότι είναι αναγνωρισμένες και αξιόπιστες, είναι επίσης δομημένες με τέτοιο τρόπο ώστε να παρέχουν τη δυνατότητα και στους μαθητές με μαθησιακές διαφορές όπως δυσλεξία ή διαταραχή ελλειμματικής προσοχής, να αξιοποιήσουν τις πραγματικές τους δυνατότητες. Το μόνο που χρειάζεται είναι οι γονείς να προσκομίσουν ένα πιστοποιητικό διάγνωσης από δημόσιο ή πιστοποιημένο ιδιωτικό διαγνωστικό κέντρο, να το μεταφράσουν και να το προσκομίσουν μαζί με την αίτηση συμμετοχής στις εξετάσεις. Η διάγνωση λαμβάνεται υπόψη και ειδικοί φροντίζουν έτσι ώστε η όποια μαθησιακή δυσκολία ή διαφορά έχει διαγνωστεί, να μην παρεμποδίσει το παιδί στη διαδικασία των εξετάσεων.

Εκτός όμως από αυτό που πρέπει να κάνουν οι γονείς, οι καθηγητές που συμμετέχουν με τους μαθητές τους στις εξετάσεις ESB, έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν σεμινάρια ώστε να προετοιμάσουν σωστά όχι μόνο τους υποψήφιους που δεν αντιμετωπίζουν μαθησιακές δυσκολίες αλλά και αυτούς που χρειάζονται ειδική εκπαιδευτική παρέμβαση. Τέλος, υπάρχουν ειδικές εκπτώσεις σε ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα για τους υποψήφιους που δεν μπορούν να κλείσουν άμεσα ραντεβού σε ένα δημόσιο φορέα.

Εκείνο λοιπόν που θα πρέπει να σκεφτούν εκπαιδευτικοί, γονείς και σπουδαστές, είναι το αν η άσκοπη δυσκολία έχει κανένα νόημα. Γιατί λοιπόν να μην δημιουργήσουμε συνθήκες για επιτυχία στα παιδιά μας επιλέγοντας τις κατάλληλες εξετάσεις για όλους όσους το αξίζουν και έχουν προσπαθήσει;